νειλόμετρο

νειλόμετρο
το
τετράγωνο φρέαρ που συγκοινωνεί με τον Νείλο και περιέχει μαρμάρινη στήλη με 24 χαραγμένες γραμμές με τις οποίες γίνεται ο έλεγχος τής στάθμης τού ποταμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Νεῖλος + μέτρο. Η λ. μαρτυρείται από το 1866 στον Εμμ. Ροΐδη].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ελεφαντίνη — Νησίδα στον Νείλο, στην Άνω Αίγυπτο, απέναντι από την αρχαία Συήνη (σημερινό Ασουάν). Το νησί ήταν ονομαστό κυρίως στα χρόνια μεταξύ της 6ης και της 11ης φαραωνικής δυναστείας, αλλά στην περίοδο της ελληνικής και της ρωμαϊκής κυριαρχίας γνώρισε… …   Dictionary of Greek

  • νειλομέτριον — νειλομέτριον, τὸ (Α) ειδική εγκατάσταση στον ποταμό Νείλο για τη μέτρηση τής ανύψωσης και πτώσης τών υδάτων τού ποταμού, που παρατηρείται κάθε χρόνο, αλλ. νειλοσκοπείον, το σημερινό νειλόμετρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Νείλος + μέτριον < μέτρον), πρβλ.… …   Dictionary of Greek

  • νειλοσκόπιο — το (Α νειλοσκοπεῑον) το νειλόμετρο. [ΕΤΥΜΟΛ. < Νεῖλος + σκόπιο / σκοπεῑον (< σκόπος < σκοπῶ), πρβλ. ωρο σκόπιο] …   Dictionary of Greek

  • πηχυσμός — ὁ, Μ μέτρηση τής ανύψωσης τής στάθμης τού Νείλου με το Νειλόμετρο. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. τού πηχισμός κατ επίδραση τού πῆχυς] …   Dictionary of Greek

  • σημασία — η, ΝΜΑ αυτό που σημαίνει μια λέξη, φράση, πράξη ή ενέργεια, το νόημά της, το περιεχόμενό της (α. «η σημασία τής λέξης σημάντωρ» β. «δεν κατάλαβα τη σημασία τής τελευταίας του φράσης» γ. «αἱ πράξεις ἤθους σημασία ἐστίν», Αριστοτ.) νεοελλ. 1. η… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”